Σάββατο 2 Απριλίου 2011

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ, ΤΟΥΣ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ



ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ ΧΙΟΥ



Η διαταγη του Σουλτανου ηταν, να θανατωνονται βρεφη εως τριων ετων αγορια και ανδρες ανω των 12 ετων, γυναικες ανω των 40 ετων, να αιχμαλωτιζονται κοριτσια και γυναικες μεχρι 40 ετων και αγορια απο 3 εως 12 ετων.



Eκοβαν τα αυτια απο τα κεφαλια και κατοπιν τα διατηρουσαν στην αλμη και τα τοποθετουσαν σε βαρελια. Τα εστελναν στον Σουλτανο ως αποδειξη της υποταγης τους ή ως δελτια της επιτυχιας τους.



Ιδιαιτερη τιμη δινοταν αν τα επαναστατικα κεφαλια ανηκαν σε διακεκριμενους αρχιεπισκοπους, αρχοντες ή κληρικους...



Χιλια διακοσια κεφαλια ειχαν ηδη καταγραφει στην ιστορια της αμοιβης που δοθηκε για τον καθ’ ενα.



Ο Ανδρέας Μάμουκας, αναφέρει: «...κατ’ ακρίβειαν ποτέ κανείς δεν ήθελέ σε την ιστορήση, μόνος την εννοείς εάν συλλογισθής, ότι εκεί η γη και ο ουρανός είδον να πράττωνται επάνω εις την ανθρωπότητα θηριωδέστερα των όσα εις τίγρεις, παρδάλεις και σ’ άλλα αιμοβόρα θηρία της Αφρικής υπαγορεύει η άλογος μανία κατά των ομοφύλων τους ζώων...».



Ο Σουλτάνος, είχε πληροφορηθεί τις κινήσεις της Χίου...μιλαμε για καθαρη προδοσια και προβοκατσια... (σε έγγραφο του Φόρεϊν Όφις διάβασα όπως και οι Άγγλοι τον είχαν ενημερώσει ότι οι Χίοι ετοιμάζονταν για επανάσταση, περίπου έξι μήνες πριν από την έκρηξή της).



Ο Μονος που ετοιμαζε επανασταση ηταν ο Μπουρνιας.



Εβραιοι δουλεμποροι πουλησαν τις γυναικες και τα παιδια που ειχαν αιχμαλωτισθει σε σκλαβοπαζαρα της Δυσης και της Ανατολης.





ΠΟΣΟ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΕΦΘΑΡΜΕΝΟΙ ΕΙΣΑΣΤΕ ΚΑΙ ΞΕΧΝΑΤΕ ΤΗ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΕΠΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ ΣΕ ΣΗΜΕΙΟ ΤΕΤΟΙΟ ΠΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΥΤΕ ΕΝΑ ΜΝΗΜΕΙΟ ΤΗΣ ΣΦΑΓΗΣ ΣΤΗ ΧΙΟ ???



ΤΙ ΣΟΪ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΕΙΣΑΣΤΕ ΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΠΡΟΔΙΔΕΤΕ ΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΣΩΝ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΨΥΧΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΤΕΡΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΜΕΡΟΥΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΚΑΤΑΦΕΡΕΙ ΝΑ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΠΙ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ???



ΟΥΤΕ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΝΑ ΜΝΗΜΟΝΕΥΗ ΤΗ ΣΦΑΓΗ ΠΟΥ ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΑΝΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ???



ΣΕ ΠΟΙΟ ΑΛΛΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΘΑ ΕΙΧΕ ΓΙΝΗ ΑΝΑΛΟΓΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΧΑΝ ΣΤΗΣΗ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΕΝΑ ΜΝΗΜΕΙΟ ???



ΤΙ ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΠΙΣΩ ΑΠ ΤΗΝ ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ ΧΙΟΥ ΚΑΙ ΔΕ ΘΕΛΕΤΕ ΟΥΤΕ ΝΑ ΤΗ ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ ΟΥΤΕ ΝΑ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙ ΑΥΤΟ???



ΤΟ ΟΤΙ ΔΕΝ ΝΤΡΕΠΕΣΤΕ, ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ, ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΕΧΕΤΕ ΦΕΡΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ, ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΕΛΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΟΡΙΣΜΩΝ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ, ΣΤΑ ΧΑΛΙΑ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ, ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΤΟΥ ΔΝΤ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΡΟΪΚΑΣ. ΤΟΣΟ ΕΣΕΙΣ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ, ΟΣΟ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΙ ΗΓΕΤΕΣ, ΣΑΝ ΤΟΝ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟ, ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΣΕ ΣΥΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ ΤΗΝ 28-10- 2009 ΚΑΙ ΗΜΕΡΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ.



Η ΚΟΛΑΣΗ, ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΤΙΣ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΚΑΘΑΡΣΗ. (Αμαρτωλους)



ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΘΑΡΜΑΤΑ (Εγκληματιες) ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΟ ΜΕΡΟΣ … ΧΩΡΙΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ.









σχετικες αναρτησεις




Να θανατωνονται βρεφη εως τριων ετων αγορια και ανδρες ανω των 12 ετων, γυναικες ανω των 40 ετων, να αιχμαλωτιζονται κοριτσια και γυναικες μεχρι 40 ετων και αγορια απο 3 εως 12 ετων.




190 χρονια απο τη Σφαγη της Χιου.
Διαβάστε περισσότερα...

Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

Να θανατωνονται βρεφη εως τριων ετων αγορια και ανδρες ανω των 12 ετων, γυναικες ανω των 40 ετων, να αιχμαλωτιζονται κοριτσια και γυναικες μεχρι 40 ετων και αγορια απο 3 εως 12 ετων.

Eκοβαν τα αυτια απο τα κεφαλια και κατοπιν τα διατηρουσαν στην αλμη και τα τοποθετουσαν σε βαρελια. Τα εστελναν στον Σουλτανο ως αποδειξη της υποταγης τους ή ως δελτια της επιτυχιας τους. Ιδιαιτερη τιμη δινοταν αν τα επαναστατικα κεφαλια ανηκαν σε διακεκριμενους αρχιεπισκοπους, αρχοντες ή κληρικους... Χιλια διακοσια κεφαλια ειχαν ηδη καταγραφει στην ιστορια της αμοιβης που δοθηκε για τον καθ’ ενα.

Ο Ανδρέας Μάμουκας, αναφέρει: «...κατ’ ακρίβειαν ποτέ κανείς δεν ήθελέ σε την ιστορήση, μόνος την εννοείς εάν συλλογισθής, ότι εκεί η γη και ο ουρανός είδον να πράττωνται επάνω εις την ανθρωπότητα θηριωδέστερα των όσα εις τίγρεις, παρδάλεις και σ’ άλλα αιμοβόρα θηρία της Αφρικής υπαγορεύει η άλογος μανία κατά των ομοφύλων τους ζώων...».



Η ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ ΧΙΟΥ



Ήταν τέτοιες μέρες το 1822. Είμαι ο πρώτος που στεναχωριέται για ακραίες, εξτρεμιστικές θέσεις που δηλώνουν διάφοροι κοντόφθαλμοι ή στενόμυαλοι Ελληνάρες ή διάφοροι «ξεβράκωτοι» στην απέναντι μεριά του Αιγαίου. Είμαι ο πρώτος που αντιδρά σε αυτό που λέμε «κουρτίνα της Ιστορίας». Αλλοίμονο, αν μας τυφλώνει, δε θα προοδεύσουμε. Ούτε ως άνθρωποι, ούτε ως λαός. Το 1822 όμως οι Οθωμανοί (και όχι κατ' ανάγκην Τούρκοι) έδειξαν ένα από τα πιο εκδικητικά πρόσωπα της Ιστορίας τους στο νησί της Χίου.

Η Χίος, όπως και πολλά άλλα μέρη της σημερινής Ελλάδας, έπεσαν στα χέρια πολλών κατακτητών. Ας μην ξεχνάμε ότι πολλές φορές λαοί μετακινούνταν, κατελάμβαναν και οι σχέσεις των γειτόνων ποτέ δεν ήταν άριστες. Ακόμα, υπήρξαν εποχές, που οι αρχηγοί κρατών ήταν στρατηγοί πολεμοχαρείς ή γενικά στρατιωτικοί(και ακόμα). Ο πόλεμος ήταν το μόνο μέσο επιβολής. Και ο πόλεμος δε γνωρίζει από ευγενή αισθήματα..Ένα λαό λοιπόν δεν μπορείς να τον κρίνεις ή να τον καταδικάσεις στεγνά, ιδιαιτέρως σε άλλες εποχές ή και φάσεις. Συγκρίνεις, σκέπτεσαι, εμβαθύνεις, εξετάζεις και κρίνεις. Και βέβαια δε βγάζεις «αθώα» καθόλου τη δική σου πλευρά, επειδή έτσι βολεύει ή έχουν σχέση με αυτά και όπως τα έχεις μάθει.

Οι Βυζαντινοί πούλησαν τη Χίο στους Γενουάτες. Μία εμπορική οικογένεια της Γένοβας, είχε το νησί για 200 χρόνια περίπου και έπειτα εκείνοι την πούλησαν(1566) στην Οθωμανική αυτοκρατορία(σε Ούγγρο). Η Γενουατική περίοδος συνδέεται με μεγάλη ανάπτυξη για το νησί. Πρόοδος και πλούτος. Όμως η Γενουατική διοίκηση θεωρείται η πιο σκληρή και απάνθρωπη στην Ιστορία της Χίου, ακόμα και από εκείνη των Οθωμανών !Η Βρύση του Μελέκ Πασά, δείγμα Τουρκικού Μπαρόκ

Το 1821 έμελλε να φθάσει κάπως παράδοξα στη Χίο..Η Χίος δε γνώρισε ουσιαστικά σκλαβιά. Η μαστίχα ήταν εκείνη που την έκανε να γνωρίσει ιδιαίτερα προνόμια από το Σουλτάνο. Ο τόπος άνθιζε. Το εμπόριο, η βιοτεχνία, οι τέχνες και όλοι μιλούν την περίοδο αυτή για τη Χίο, σαν το «Παρίσι της Ανατολής». Η εκκλησία δε μετείχε-ευτυχώς- στον πλούτο αυτό.

Το 1800 η Χίος φθάνει σε πληθυσμό τους 120.000 κατοίκους και φορολογικά έρχεται 3η στη σειρά. μετά το Μοριά και την Κρήτη! Η αυτοδιοίκηση της Χίου είναι αξιοθαύμαστη. Το κάθε χωριό εξέλεγε το Γέροντά του. Την ουσιαστική διοίκηση στη Χίο ασκούσε η πλούσια τοπική αστική τάξη. Τα 21 Μαστιχοχώρια, που διατηρούσαν ακέραιο το φρουριακό τους χαρακτήρα, είχαν τη δική τους διοίκηση, με τον Αγά.

30.000 ζούσαν μόνο στην Πόλη της Χίου. Ο Κάμπος με τις εξοχικές κατοικίες και πύργους, μέσα σε απέραντα μυροβόλα περιβόλια,βρισκόταν στο απόγειο της ανάπτυξής του, γεμάτος ζωή και μαγευτικός! Σε όλο το νησί εντυπωσίαζε το πλήθος των εκκλησιών, από 500-1.000 υπολογίζονται στον αριθμό. Η Νέα Μονή είχε 400 μοναχούς.

Ο Ι,Πιτσιπιός υπολογίζει τη χρηματική περιουσία των Χιωτών σε 116.000.000 τουρκικά γρόσια, διαμοιρασμένη σε 2.000 νοικοκυριά, δείγμα πραγματικής ευδαιμονίας του νησιού. Εμπορικό Δικαστήριο, λοιμοκαθαρτήριο, λωβοκομείο με 30 ξεχωριστά οικήματα, φιλανθρωπικά ιδρύματα, στόλιζαν, ως κτίσματα τον τόπο. Υπήρχαν ακόμα 1.200 εργοστάσια μεταξωτών.

Το Γυμνάσιο που ιδρύθηκε το 1792 με τις αδιάκοπες φροντίδες των Χιωτών, Αδαμαντίου Κοραή & Νεοφύτου Βάμβα παρείχε παιδεία Πανεπιστημιακού επιπέδου.Υπήρχε ακόμα Χημείο & Βιβλιοθήκη 20.000 τόμων. Στην Τέχνη: Οι Χιώτες μαρμαρογλύπτες κυριαρχούσα στο Αιγαίο,ταβανογραφίες παντού,υφαντική. Δε μιλάμε βέβαια για την πατροπαράδοτη Χιώτικη Ναυτιλία.

Το ιδιαίτερο χρώμα έδινε η αρχιτεκτονική, με κύριο χαρακτηριστικό την πολυμορφία, αποτέλεσμα ισχυρής τοπικής παράδοσης, των Γενουατικών και Οθωμανικών επιδράσεων, καθώς και των στοιχείων που μετέφεραν στο νησί οι Χιώτες της διασποράς.

Έκθαμβος περιγράφει ο M.L.Marcellus, την πολυτέλεια της Χίου, αντικρύζοντας τους Πύργους, τα αρχοντικά, όπως εκείνον του Ροδοκανάκη.Στην έπαυλή του μόνο υπήρχε σφαιριστίριο & βιβλιοθήκη με 2.000 βιβλία.

Οι ενδυμασίες ήταν εκπληκτικές, αφού σε αυτή τη σχετικά μικρή γεωγραφική έκταση,υπάρχουν αμέτρητες παραλλαγές, που αποτυπώνονταν στα σχέδια των περιηγητών.

Ο ιστορικός Βλαστός την επομένη της Σφαγής του 1822 λέει χαρακτηριστικά για την πατρίδα του: "Τάφος αχανής σκεπάζει σήμερον την δυστυχεστάτην πατρίδα μου.Η μοσχοβόλος Χίος δεν υπάρχει πλέον".

Η έκρηξη της Επανάστασης βρήκε το πολυπληθές ελληνικό στοιχείο της Χίου να ευημερεί (117.000 έναντι 3.000 Οθωμανών Τούρκων και 100 Εβραίων). Με το στόλο τους, τη μαστίχα, το εμπορικό τους δαιμόνιο και τη διπλωματία τους, οι Χιώτες κυριαρχούσαν στη Μαύρη Θάλασσα, το Αιγαίο και τη Μεσόγειο. Το γεγονός αυτό, ώθησε τον Σουλτάνο να παραχωρήσει στο νησί πολλά προνόμια, που άγγιζαν το καθεστώς αυτονομίας.

Έτσι, οι κυρίαρχες τάξεις της Χίου δεν είχαν κανένα λόγο να ξεσηκωθούν κατά των Οθωμανών. Το μαρτυρά και η αποτυχία του Τομπάζη τον Απρίλιο του 1821. Οι ντόπιοι πρόκριτοι είχαν και μία σοβαρή δικαιολογία να αντιδρούν στον ξεσηκωμό: η Χίος βρίσκεται σχεδόν δύο μίλια από τη Μικρασιατική ενδοχώρα, με αποτέλεσμα, κάθε απόπειρα εξέγερσης να είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.

Έτσι, «οι ανήσυχοι» (όχι όμως για το νησί τους) γείτονές μας, Σαμιώτες, είπαν να περάσουν από τη Χίο και να την ξεσηκώσουν.

Στις 10 Μαρτίου 1822 ο Σάμιος Λυκούργος Λογοθέτης, αποβιβάστηκε στο νησί με 1.500 άνδρες και πέτυχε να συνεγείρει τους ντόπιους, κυρίως τους κατοίκους της υπαίθρου. Οι 3.000 Τούρκοι του νησιού πρόλαβαν να κλειστούν στο Κάστρο και η ολιγοήμερη πολιορκία τους δεν έφερε κάποιο σημαντικό αποτέλεσμα, καθώς οι άνδρες του Λογοθέτη ήταν ανεπαρκώς εξοπλισμένοι.

Μόλις έφθασε το μαντάτο της εξέγερσης στην Υψηλή Πύλη, ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β' την εξέλαβε ως αχαριστία των Χιωτών, αλλά και ως προσωπική προσβολή, επειδή η αδελφή του καρπούταν από το νησί τον φόρο από τα μαστιχόδεντρα. Έμπλεος οργής διέταξε αμέσως να φυλακιστούν όλοι οι Χιώτες της Κωνσταντινούπολης και εξήντα από αυτούς να αποκεφαλιστούν. Στη συνέχεια έδωσε την εντολή στον αντιναύαρχο Καρά-Αλή πασά (Αιγύπτιο) να καταπλεύσει στον νησί και να τιμωρήσει παραδειγματικά τους εξεγερθέντες.

Στις 30 Μαρτίου 1822 και μετά από έντονο κανονιοβολισμό, ο Αιγύπτιος Καρα-Αλή αποβίβασε στην ακτή 7.000 άνδρες και με τη συνδρομή της τουρκικής φρουράς κατέστειλε εύκολα και σύντομα την εξέγερση, εκμεταλλευόμενος τον κακό σχεδιασμό της και τις έριδες για την αρχηγία μεταξύ Μπουρνιά και Λογοθέτη. Στη συνέχεια πυρπόλησε όλα τα περίχωρα και την πρωτεύουσα του νησιού και επιδόθηκε σε ανήκουστες σφαγές. Υπολογίζεται ότι από τους 117.000 χριστιανούς κατοίκους του νησιού, 42.000 σφαγιάστηκαν, 50.000 πιάστηκαν αιχμάλωτοι και 23.000 διέφυγαν προς τις επαναστατημένες περιοχές της Ελλάδας (Σύρο κυρίως)και τη Δυτική Ευρώπη. Οι Τούρκοι έχασαν περίπου 600 άνδρες, ενώ αναφέρθηκαν και θύματα μεταξύ των Εβραίων, που διεκπεραιώθηκαν από τη Μικρασιατική ακτή στο νησί, για να πλιατσικολογήσουν και επόπτευαν το δουλεμπόριο.

Τα αιματηρά γεγονότα της Χίου προκάλεσαν αισχίστη εντύπωση στην Ευρώπη. Η κοινή γνώμη ξεσηκώθηκε και οι τάξεις των φιλελλήνων πύκνωσαν. Αυτόπτες μάρτυρες περιέγραψαν τις φρικιαστικές σκηνές στις εφημερίδες, ζωγράφοι (Delacroix) τις απεικόνισαν και λόγιοι (Hugo, η Hemans, Sigourney, Hill, Pierrepont) έγραψαν για τη θλιβερή καταστροφή. Η ελληνική Νέμεσις θα έλθει σύντομα, με την ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας του Καρα-Αλή από τον Ψαριανό Κωνσταντίνο Κανάρη (6 προς 7 Ιουνίου 1822).

Τραγικά περιστατικά περιγράφονται από άκρη σε άκρη στο νησί, στον Ανάβατο, στο ακρωτήριο Μελανιός, στη Νέα Μονή, στον Άγιο Μηνά. Ο μόνος ξένος Πρόξενος που βοήθησε τους Χιώτες ήταν ο Δανός, τον οποίο οι Οθωμανοί τον ανασκολόπισαν.

Ας δούμε, τι γράφουν εφημερίδες εποχής :

‘London Times', 11 Σεπτεμβρίου 1822, φύλλο 11661, σελίδα 2: «Πολλές λεπτομέρειες από τις τρομερές βαρβαρότητες που διέπραξαν οι Οθωμανοί στη Χίο έχουν ήδη γίνει γνωστές. Αποσπάσματα γερμανικών (! Πού να ήξεραν, τί επρόκειτο να κάνουν εκείνοι αρκετά χρόνια μετά, στην ανθρωπότητα;) εφημερίδων, στα οποία περιγράφεται με λίγα λόγια η έκταση και έκβαση αυτών των βαρβαροτήτων. Από 120.000 (Έλληνες), απέμειναν περί τους 1000, από τους οποίους πολλοί πεθαίνουν καθημερινά από ασθένειες που προκαλούνται από τα άταφα πτώματα. Το πιο ωραίο και ανεπτυγμένο νησί του Αρχιπελάγους έχει ερημωθεί.».

Πολλά από τα γεγονότα της Σφαγής της Χίου μας έχουν γίνει γνωστά από τον ιθύνοντα αιμοσταγή και παρανοϊκό νου, απεχθή και στους ίδιους του Τούρκους, Βαχίτ Πασά.

Είναι πολλοί σύγχρονοι που μιλούν για Γενοκτονία. Σύμφωνα με τη σύμβαση του ΟΗΕ,που τέθηκε σε ισχύ το 1951, ο όρος γενοκτονία σημαίνει :»την εκτέλεση ορισμένων ενεργειών με πρόθεση την καταστροφή-ολικώς ή μερικώς-μιας εθνικής, εθνολογικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας σαν τέτοια». Και βέβαια υπάρχουν και 5 προϋποθέσεις, για να συνιστούν κάποιες ενέργειες γενοκτονία. Οι ακόλουθες δε πράξεις θεωρούνται επίσης : «συνωμοσία για διάπραξη γενοκτονίας, άμεση και δημόσια παρακίνηση για διάπραξη γενοκτονίας και συνενοχή σε γενοκτονία».

Το αρθρο ειναι του Γαλαντή Λουκάκη απο Αθηνα 984 FM



Η ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ ΧΙΟΥ

Στις 2 Απριλίου 1822, ανήμερα το Πάσχα, άρχισε η μεγάλη σφαγή. Δεκαπέντε χιλιάδες Τούρκοι έφτασαν στο μοναστήρι του Αγίου Μηνά όπου είχαν καταφύγει 5.000 Χιώτες και τους κατέσφαξαν. Η Νέα Μονή έγινε ο τάφος 2.300 Χριστιανών. Τα τραγικά γεγονότα προκάλεσαν εκδηλώσεις συμπάθειας και διαμαρτυρίας σε όλη την Ευρώπη και ενέπνευσαν πολλούς καλλιτέχνες.

Ο ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ Καστάνης μας ανέφερε ότι μόλις ο δάσκαλός του, ο Δημητριάδης, αναχώρησε για τη Θεσσαλία, ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση που έθεσε φραγμό σε κάθε πρόοδο κι άρχισαν οι πρώτες μάχες στις παραδουνάβιες χώρες. Τα νέα της Επανάστασης, προσθέτει, εξήγειραν πολλούς Χίους, οι οποίοι διακατέχονταν από πατριωτικό ενθουσιασμό.

Οι σπουδαστές του Πανεπιστημίου Χίου αναφωνούσαν: «Ζήτω η Ελευθερία». Πολλοί πολίτες εγκατέλειψαν το γραφείο και συμμετείχαν στους τόνους αγαλλίασης παρά την προσπάθεια των αρχόντων και του κλήρου να καταστήσουν τη Χίο ουδέτερη. Υπήρχαν αντικειμενικές δυσκολίες για την άμεση εξέγερση της Χίου. Η επιτυχία, όμως, της Επανάστασης στη Σάμο, καθώς και οι πιέσεις και οι βαρύτατες φορολογίες που είχε επιβάλει στους κατοίκους του νησιού ο νέος διοικητής Βαχίτ Πασάς, ο οποίος, κατά τον Καστάνη, έφθασε στη Χίο με φυλές ληστών, απαιτώντας χρήματα και άμισθη εργασία από τους εντοπίους, επηρέασε τους Χίους. Σύμφωνα μάλιστα με ένα διάταγμα, κάθε εντόπιος ήταν δεδηλωμένος σκλάβος στο έλεος των κατακτητών. Οι δολοφονίες ήταν συχνές στη Χίο. Πρόσωπα και των δύο φύλων υβρίζονταν ή θανατώνονταν με την πλέον ασήμαντη αφορμή1. «Σαν λύκοι οι απάνθρωποι τύραννοι ηρεύνησαν σχολαστικά τις κατοικίες των Χίων, δεν ικανοποιήθηκαν από τις συνεισφορές του πλούτου των κατοίκων, αλλά εκμεταλλευόμενοι τον ουδέτερο χαρακτήρα της νήσου ήθελαν να οργιάσουν μέσα στο αίμα των κατοίκων»2. Ως εχέγγυα πίστης προς την τουρκική εξουσία οι Χίοι έδωσαν ομήρους από τα πλέον διακεκριμένα μέλη της εκκλησιαστικής και πολιτικής τάξης, συμπεριλαμβανομένου του αρχιεπισκόπου Πλάτωνος. Αυτοί οι άνθρωποι, ενηνήκοντα τον αριθμόν, φαίνονταν σχεδόν θυσιασμένοι στον βωμό της ουδετερότητας. Ο αρχιερέας Πλάτων με υψηλό αίσθημα ευθύνης και σύνεση κατέβαλε κάθε προσπάθεια να αποτρέψει τους Σαμίους να προχωρήσουν σε απερίσκεπτο εγχείρημα, που θα έβλαπτε τη Χίο3. Στις κατηγορίες των Σαμίων που υποκίνησαν την επανάσταση της Χίου, ότι οι Χίοι είναι δειλοί και απάτριδες και ότι «προτιμώντες το συμφέρον τους θυσιάζουν το γενικόν...», ο αρχιερέας Πλάτων, αναλογιζόμενος την ευθύνη που είχαν ενώπιον Θεού και ανθρώπων συνιστούσε περίσκεψη, σύνεση. Η επιφυλακτική και συνετή στάση του απέναντι στην Ελληνική Επανάσταση, δεν πρέπει να εκληφθεί ως δειλία και αφιλοπατρία. Τουναντίον, αν και θεωρούσε την επανάσταση της Χίου άκαιρη και ολέθρια, μετά την έκρηξή της παρέμεινε πλησίον των λογικών του προβάτων και θυσιάστηκε εκουσίως στον βωμό της πίστης και της πατρίδας.

Η επιτυχία όμως της επανάστασης στη Σάμο και οι δυσβάσταχτες πιέσεις του Βαχίτ Πασά, είχαν δημιουργήσει σε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού νέο επαναστατικό αναβρασμό και οι Χιώτες, κατά τον Κουτσονίκα, άλλοι «με την ελπίδα της βελτιώσεως της εαυτών τύχης, άλλοι υπό αληθούς πατριωτικού αισθήματος κινούμενοι έτρεχαν εντός της επαναστατημένης Ελλάδος και παντί σθένει ενήργουν να κινήσωσι την Χίον εις επανάστασιν...». Ο Σάμιος Λυκούργος Λογοθέτης, ο οποίος είχε αποκτήσει γόητρο με την επανάσταση της Σάμου και ο Χίος παλαίμαχος Αντώνης Μπουρνιάς, ο οποίος είχε υπηρετήσει υπό τον Ναπολέοντα, υπήρξαν οι αρχηγοί της επανάστασης στη Χίο.

Ας παρακολουθήσουμε πώς παρουσιάζει τα αίτια εξέγερσης των Χίων ο Ανδρέας Χ. Μάμουκας «... έλαβε πρόνοιαν η ελληνική βουλή να κάμη εκστρατείαν κατά της Χίου, είτε διά να την συναριθμήση εις την επικράτειάν της, είτε διά να χαρίση την ελευθερίαν εις τους δυστυχείς κατοίκους της...». Και προσθέτει ότι η γνώμη των προυχόντων της Χίου ήταν σύμφωνη με εκείνη της ελληνικής βουλής, έπρεπε όμως να συζητήσουν πότε θα ήταν κατάλληλη η περίσταση. Η βουλή θα χρησιμοποιούσε τα στρατεύματά της για την εξέγερση άλλου τόπου και η Χίος θα ησύχαζε. Ο Μάμουκας κατηγορεί το ελληνικό γένος για απειθαρχία και έλλειψη ευθικρισίας και αποδίδει επίσης στους Σαμίους την κατηγορία ότι επειδή επιθυμούσαν να αποκτήσουν φήμη, ενήργησαν χωρίς συνεννόηση με τη βουλή και επεδίωκαν να πλουτίσουν με την αρπαγή λαφύρων. Τόσο ο Μάμουκας όσο και ο Καστάνης κατηγορούν ως συναυτουργό των Σαμίων, τον Αντώνιο Μπουρνιά.

Διαφωνία Υψηλάντη

Ο Μπουρνιάς είχε ζητήσει και παλαιότερα βοήθεια από τον Υψηλάντη, για την απελευθέρωση του νησιού, επειδή όμως η επιχείρηση παρουσίαζε δυσχέρειες και κινδύνους ο Υψηλάντης, και κυρίως ο Αναγνωστόπουλος, δεν συμφώνησαν για την πραγματοποίησή της. Ο Μπουρνιάς όμως δεν πίστεψε και βασίστηκε στη βοήθεια του Λυκούργου Λογοθέτη. Κατά τον Κουτσονίκα και ο Λυκούργος είχε γράψει στον Υψηλάντη, ο οποίος ενώ αρχικά ήταν υπέρ της διεξαγωγής της επανάστασης στη Χίο, με επιστολή του της 21ης Δεκεμβρίου, του συνιστούσε: «Ησύχασε εις καμμίαν νήσον, έως να έλθη η ποθουμένη ώρα, και τότε βάλεις εις πράξιν τον πατριωτικόν πόθον σου». Τότε και ο Λυκούργος συμφώνησε και με επιστολή του δήλωνε ότι αποφάσισε να αναβάλει «εις ευτυχεστέραν περίστασιν την εκστρατείαν της Χίου».

Ο Μπουρνιάς, όμως, πήγε στη Σάμο και έπεισε τον Λυκούργο, βεβαιώνοντάς τον ότι μόλις θα έφθανε η βοήθεια των Σαμίων οι Χιώτες «θα λάβωσι τα όπλα και θα προκαταβάλωσι μεγάλην χρηματικήν ποσότητα προς επίτευξιν του σκοπού». Επηρεάστηκε ο Λυκούργος και από τα ενθουσιώδη γράμματα υπέρ εξεγέρσεως των προκρίτων των Μαστιχοχωρίων, θεωρώντας μάλιστα κατάλληλη την περίοδο να πραγματοποιήσει την τολμηρή επιχείρηση, αφού ο τουρκικός στόλος δεν βρισκόταν στο Αιγαίο, απασχολημένος με τις επιχειρήσεις της δυτικής Πελοποννήσου και του Κορινθιακού Κόλπου.

Στις 10 Μαρτίου οι δύο αρχηγοί του κινήματος, χωρίς να ειδοποιήσουν την κυβέρνηση και τα ναυτικά νησιά, ξεκίνησαν από τη Σάμο. Ο Μπουρνιάς είχε υπό την εξουσία του λίγους φυγάδες Χίους (κατά τον Σπηλιάδη 150) και ο Λυκούργος Λογοθέτης διέθετε οκτώ βρίκια και 30 σακολέβες και 500 δικούς του, κατά τον Χριστ. Καστάνη, με στολίσκο από σαράντα μικρά σκάφη, κυρίως ιστιοφόρα, επανδρωμένα με διακόσιους περίπου πολεμιστές. Απόφασή τους να πάρουν τη Χίο από τους Τούρκους. Ο πραγματικός αριθμός των πολεμιστών κυμαίνεται. Ένα ψαριανό έγγραφο της 16ης Μαρτίου, σύγχρονο με τα γεγονότα, αναφέρει ότι «οι γενναίοι Σάμιοι απέρασαν επάνω εις την Χίον με τέσσερις χιλιάδες, στρατόπεδον». Επειδή, όμως, ο Κουτσονίκας και ο Τρικούπης ισχυρίζονται ότι οι «οπλοφόροι» του Λυκούργου ήταν 2.500, οι περισσότεροι ιστορικοί δέχονται τον ίδιο αριθμό.

Ο λαός της Χίου και οι σπουδαστές τους δέχθηκαν ως ελευθερωτές. Τα όρη ηχούσαν από το «Ζήτω η Ελευθερία». Ατυχώς από τους Σαμίους πολύ λίγοι ήταν ένοπλοι, οι περισσότεροι είχαν μόνο ένα μαχαίρι ή ξύλα ή ένα μόνο πυροβόλο. Οι Χίοι, αγανακτισμένοι από τον πολυχρόνιο ζυγό, «την απαραδειγμάτιστον τυραννίαν του καταράτου εκείνου Βαχίτ Πασά» σημειώνει ο Μάμουκας, «όστις ως άλλος φαραώ επιθεωρητής του έργου των, τους κατετυράννει με εργοδιώκτας, με στέρησιν τροφής και ποτού, εις την διαβολικήν εκείνην επίνοιάν του να καθαρισθή τουτέστιν η λεγομένη Σούδα, ότι ένα τοιούτον πνεύμα πως ημπόρει ν’ αποφράξη τα ώτα εις το γλυκύ της ελευθερίας όνομα· ήκουε το δυστυχές την λέξιν ελευθερίαν και εγλυκαίνετο, αλλ’ ηπόρει εν ταυτώ πώς ηδύνατο να την απολαύση... Μόλις λοιπόν οι Σάμιοι κατέβησαν εις την χώραν, και όλα συναλλήλως τα χωρία άοπλα τους ηκολούθησαν, ερχόμενοι άλλος με ράβδον, άλλος με σούβλαν και άλλοι με θέριστρα, διά ν’ αντιπαραταχθούν κατά των Τούρκων, αφού έκλεισαν τους Τούρκους μέσα εις το κάστρον, έδραμον προς το ύψωμα της Τουρλωτής, όπου έβαλαν εν μικρόν κανόνι, το οποίον έφερον μεθ’ εαυτών και εις το ίδιον εν άλλο μικρόν, το οποίον έβαλαν επάνω εις τον λόφον τον ονομαζόμενον Ψωμί ... και αφού εθανάτωσαν όσους Τούρκους έλαχον, όσους δηλαδή δεν έφθασαν να κλυσθώσιν, εδόθησαν εις την κραιπάλην και ως να είχον βεβαίαν, την νίκην, αναβαίνοντες από τα υψώματα των τζαμιών, ωνείδιζον με φωνάς ατάκτους τους εν τω κάστρω Τούρκους, βλασφημούντες την θρησκείαν των και ακούοντες με γέλια τας αμοιβαίας των βλασφημίας κατά της θείας ημών πίστεως...».

Ας σημειωθεί ότι ο Μάμουκας μας έγραφε τις πολύτιμες αυτές πληροφορίες όταν ήταν νωπά ακόμη τα γεγονότα, την 31η Οκτωβρίου 1822, δηλαδή λίγους μήνες μετά την επανάσταση.

Οι άρχοντες και οι εκκλησιαστικοί αρνήθηκαν να συμπράξουν με τους Σαμίους, τους παρακάλεσαν μόνο να εκκενώσουν το νησί και να μην εξοργίζουν τους Μουσουλμάνους. Φοβούνταν επίσης για την τύχη των ομήρων που είχαν συλληφθεί προηγουμένως και βρίσκονταν στη Κωνσταντινούπολη ή στα χέρια της τουρκικής διοίκησης του νησιού.

Μέσα σε ένα αφάνταστο λαϊκό ξέσπασμα των πρώτων ημερών, ο Λυκούργος κατήργησε την παλαιά δημογεροντία, την αντικατέστησε με επταμελή Εφορία, και τοποθέτησε πυροβόλα σε κατάλληλες θέσεις για την προσβολή του φρουρίου. Οι επαναστάτες δεν είχαν συλλάβει και δεν είχαν υπολογίσει τους κινδύνους που διέτρεχε το κίνημά τους. Ο σουλτάνος, όμως, είχε πληροφορηθεί τις κινήσεις της Χίου (σε έγγραφο του Φόρεϊν Όφις διάβασα όπως και οι Άγγλοι τον είχαν ενημερώσει ότι οι Χίοι ετοιμάζονταν για επανάσταση, περίπου έξι μήνες πριν από την έκρηξή της).

«Εσκέπτοντο την φυγήν»

Στις 9 Μαρτίου, παραμονή της απόβασης, οι Ψαριανοί έστελναν αναφορά στη Βουλή με την οποία ειδοποιούσαν, ότι σύμφωνα με ειδήσεις που είχε φέρει στα Ψαρά δύο μέρες πριν, δηλαδή στις 7 Μαρτίου, ένα ευρωπαϊκό πλοίο, «ο εχθρός με μεγάλην προθυμίαν ετοιμάζει χονδρόν στόλον». «Τα παλάτια του Αγά και Βέη λεηλατήθηκαν από τους Σαμίους. Πολλά τουρκικά μέγαρα μεγάλης αξίας κάηκαν. Η ακτή καθαρίστηκε από βαρβάρους, αλλά δεν έγινε απόπειρα κατάληψης του φρουρίου. Ο Σάμιος αρχηγός με τον Μπουρνιά μία φορά παραβίασαν το πέρασμα τη νύχτα κάτω από τα τείχη, αλλά ακούγοντας τον θόρυβον εντός, υποχώρησαν ατάκτως». Ο Λυκούργος και ο Μπουρνιάς «εννοούντες ως προφανή την απώλειαν του τόπου, δεν εσυλλογούντο την διόρθωσιν», γράφει ο Μάμουκας, «δεν εσκέπτοντο την οικονομίαν, αλλά εσκέπτοντο την φυγήν, φοβούμενοι μάλιστα και τον ερχομόν του οθωμανικού στόλου προς τον οποίον ν’ αντιπαραταχθώσι ήταν πάντη αδύνατοι. Η φροντίς των, λοιπόν, ήτον να εύρωσι καράβια ευρωπαϊκά και να φύγωσιν αφήνοντες το λοιπόν όλον πλήθος καμμίαν ελπίδα βοηθείας το οποίον έως τότε αυτός εγνώριζε...».

Τρόμος είχε καταλάβει όλους τους Χίους, που αναλογίζονταν την ορμή της τουρκικής εκδίκησης. Οι δύο αρχηγοί της επανάστασης, φιλονικώντας, διεκδικούσαν τα πρωτεία, εγκατέλειψαν την εκστρατεία και κατέστρεψαν τόσους ανθρώπους.

Η διορισμένη από τον Λυκούργο εφορία ζητούσε από τα τρία ναυτικά νησιά, στις 16 Μαρτίου, βοήθεια γιατί ήταν «από όλα ελλιπείς, από άρματα, από μπαρούτια, από κανόνια διά την πολιορκίαν και το χείριστον από ζωοτροφίας». Και μόνο από τα έγγραφα αυτά φαίνεται η προχειρότητα με την οποία είχε αρχίσει η επιχείρηση. Εξάλλου ο Σπηλιάδης γράφει ότι ο μεν Μπουρνιάς «δεν ανεγνώριζε τον Λυκούργον ως αρχηγόν, ο δε Λυκούργος μετεχειρίζετο τους Χίους ως κατακεκτημένους και τους εζήτει χρήματα». Αλλά και η στάση των προκρίτων δεν ήταν η ενδεδειγμένη κι αντί «να λάβωσιν μέρος ενεργόν εις την επανάστασιν, να καταβάλωσιν προπάντων χρήματα και να συμπράξωσιν παντοιοτρόπως διά την κοινήν σωτηρίαν δεν εφρόντιζον άλλο τι, ειμή διά να σώση έκαστος τον εαυτόν του».

Η ολοκληρωτική καταστροφή δεν αργούσε. «Ήταν κρίμα», γράφει ο Καστάνης, «να βλέπεις μια κοινωνία εκατόν ογδόντα χιλιάδων ψυχών να κινδυνεύει από διακοσίους τολμητίες». Αυτή η τρομερή φάρσα», συνεχίζει, «επρόκειτο να δώσει τόπον εις μίαν τραγωδίαν, η οποία εξέθεσε τις αιματηρότερες σκηνές του αιώνος, ενώπιον της Χριστιανοσύνης. Η κοινωνία και η δημοσία τάξις διελύθησαν».

Οι Τούρκοι, κλεισμένοι στο κάστρο, λαμβάνουν τα μέτρα τους. Αντιθέτως οι Έλληνες δεν αποφάσιζαν να εφορμήσουν και «καθ’ ημέραν ένας εμποδιστικός στοχασμός ήρχετο στον εγκέφαλον του καταράτου Λυκούργου, διά να δίδη καιρόν τω καιρώ διά τα τέλη οπού εκείνος ήξευρεν», παρατηρεί ο Μάμουκας. Βεβαίως από την αφήγηση του Μάμουκα διαφαίνεται ο πόθος, η πίστη και η ελπίδα για ελευθερία αλλά και η εικόνα της απωλείας ήταν φανερή σε όλους: «Με την ελευθερίαν εις το στόμα εγειρόμεθα το πρωί, με το όνομα τη ελευθερίας ετρώγαμεν, εις υγείαν της ελευθερίας επίνομεν και με την ελευθερίαν εκοιμώμεθα. Το ζήτω ηχούσεν εις το ένα μέρος, το αυτό αντηχούσε και εις το άλλο και εβιάζαμεν το λογικόν ν’ αποφασίση την νίκην εις τους Γραικούς κατά τον πόθον μας, μη συλλογιζόμενοι τα όσα η όρασίς μας παρίστανεν εναντία, με την ελπίδα της πίστεως». Και στη συνέχεια αναφέρει: «Ημείς δεν αποθέσαμεν την ελπίδα εις τον Θεόν, αλλ’ αφήσαμεν την ελπίδα εις ανθρώπους, των οποίων αυτοψεί εβλέπομεν τας έριδας και ακαταστασίας, ανθρώπους, οίτινες και πριν ίδωσιν έτι ίχνος ή σκιάν της νίκης, εμάχοντο πώς να μοιρασθούν την Χίον, ποίος να γνωρισθή ηγεμών, και ποιος να ονομάζεται ο αρχιστράτηγος, ή χιλίαρχος...».

Στο μεταξύ ο σουλτάνος έλαβε τα πρώτα μέτρα για την καταστολή του κινήματος. Διέταξε τον φόνο τριών ομήρων από τη Χίο, των προκρίτων Παντελή Ροδοκανάκη, Μιχαήλ Σκυλίτση και Θεόδ. Ράλλη καθώς και 60 εμπόρων που ήταν εγκατεστημένοι στην Κωνσταντινούπολη.

30 Μαρτίου, Μεγάλη Πέμπτη, ο Καρά Αλής βρισκόταν στις βόρειες ακτές της Χίου, με ισχυρότατο στόλο 34 πλοίων (46 κατά τον Κουτσονίκα), ενώ ματαίως το Μινιστέριον των Ναυτικών ζητούσε την επομένη βοήθεια από τα ναυτικά νησιά.

Ο Καστάνης μας περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τα συμβάντα. Εγκατέλειψαν οικογενειακώς την Παναγία την Λατομήτισσα και κατέφυγαν στην ασφυκτικά γεμάτη από εντοπίους Καθολικούς και Έλληνες της Ιωνίας οικία του Άγγλου προξένου και με άλλες τρεις οικογένειες οδηγήθηκαν στον σταύλο της. Στον δρόμο, είδαν την κολοσσιαία τουρκική αρμάδα να προχωρεί, επτά πλοία να προπορεύονται ως τέρατα της θαλάσσης, είκοσι έξι φρεγάτες και κορβέτες συνοδευόμενες από μικρότερα σκάφη και αναρίθμητες βάρκες. Ο βομβαρδισμός άρχισε. Η γη σείστηκε, το φρούριο εξαπέλυσε από τις πολεμίστρες του την οργή του. Η φωτιά εμαίνετο από σπίτι σε σπίτι. Κραυγές ακούγονταν κι ο καπνός ανέβαινε στον ουρανό. Αθώες οικογένειες έκραζαν για έλεος. Οι Τούρκοι, βοηθούμενοι από μηχανικούς της Δύσης, ασκήθηκαν στο πυροβολικό, Μουσουλμάνοι και πολιτισμένοι Ευρωπαίοι ενωμένοι έδωσαν ένα δείγμα της μοχθηρίας τους.

Οι κάτοικοι σε κατάσταση αλλοφροσύνης κρύβονταν ή έσπευδαν να σωθούν. Οι Τούρκοι προχωρούσαν λυσσαλέα στο έργο της καταστροφής και της σφαγής.

Είκοσι και περισσότεροι Τούρκοι που ελευθερώθηκαν από τους τάφους όπου είχαν κρυφτεί από τους Καθολικούς, εξαιτίας της οργής των Σαμίων, μπήκαν στο λεπροκομείο και έσφαξαν τους ενοίκους, δηλ. τους λεπρούς, προκαλώντας ένα χείμαρρο αίματος, ο οποίος έρεε από το κατώφλι.

Αφηγούμενος τα της σφαγής της Χίου ο Ανδρέας Μάμουκας, αναφέρει: «...κατ’ ακρίβειαν ποτέ κανείς δεν ήθελέ σε την ιστορήση, μόνος την εννοείς εάν συλλογισθής, ότι εκεί η γη και ο ουρανός είδον να πράττωνται επάνω εις την ανθρωπότητα θηριωδέστερα των όσα εις τίγρεις, παρδάλεις και σ’ άλλα αιμοβόρα θηρία της Αφρικής υπαγορεύει η άλογος μανία κατά των ομοφύλων τους ζώων...».

«Ατυχώς, 40 σαμιακά πλοία ήταν αραγμένα στο Κοντάρι και το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης έφυγον όσον τάχιστα, μ’ όσους επρόφθασαν να λάβουν εντοπίους τους, μη θελήσαντες να δεχθούν κανέναν Χίον, μαζί τους.

»Έτσι οι Τούρκοι εξήλθον το εσπέρας της Μεγάλης Παρασκευής. Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου επληθύνθησαν. Η χώρα ήταν ήδη υπό την εξουσίαν τους. Άρχισαν να λεηλατούν πρώτον τα σπίτια της Χώρας, έπαιρναν ό,τι τους άρεσε και έπειτα έκαιαν τα σπίτια. Αποτεφρώθηκε και η ωραία Βιβλιοθήκη του σχολείου με όλην την οικοδομήν. Στη συνέχεια προχώρησαν στον Κάμπον. Όσους Χίους συναντούσαν τους σκότωναν. Έσφαζαν, έκαιαν, λεηλατούσαν τα πάντα. Γέροντες, άνδρες, γυναίκες θανατώνονταν, νέοι από 15 χρόνων και άνω, βρέφη αποσπώμενα από τας αγκάλας των μητέρων τους, άλλα ερίπτοντο εις την θάλασσαν, άλλα εις τα όρη. Όσοι ενόμισαν, ως τέλος των δεινών τους, την προσκύνησιν των Τούρκων, έλαβον αξιοθρήνητον τέλος. Νέοι από 20 έως 28 χρόνων, χείρα με χείρα δεμένοι, εσχημάτιζον ορμαθούς, έχοντες προ του θανάτου εζωγραφισμένον εις το πρόσωπον τον θάνατον. Οι οιμωγές τους έκαναν ν’ αντηχή ο τόπος. Υπέρ τον έναν μήνα συνεχίσθηκε αυτό. Από όσους συνελάμβαναν άλλους τους έσφαζαν αμέσως και τους έκαιαν μετά τη σφαγή. Σε όποιον δρόμο κι αν εβάδιζεν κανείς σπανίως έβλεπε δύο λεπτών διάστημα κενόν, χωρίς να απαντήση πτώματα το εν μετά το άλλο. Κατά το νότιον μέρος της πόλεως δεν έμεινεν δρόμος κενός χωρίς νεκρούς, σπάνιες οικίες που να μην είχαν καεί, μέρος απότιστον από αίμα. Στους ανθρώπους των Μαστιχοχωρίων έδειξαν οι Τούρκοι σκόπιμη ημερότητα, για να τους προδίδουν όσους κατέφευγαν στα μέρη τους.

Αντίσταση γενναία στους Τούρκους, λέγεται ότι πρόβαλαν οι κάτοικοι του Βροντάδου και των Καρδαμύλων.

Εβραίοι, Αρμένιοι, Φράγκοι, ενέπαιζαν τους δυστυχείς Χίους συμπράττοντες με τους Οθωμανούς και λέγοντας χλευαστικά στους άτυχους Έλληνας: “Ελευθερία, ελευθερία, πάρε την ελευθερία σου από το γιαταγάνι”»4.

Αρκετές χιλιάδες Χίοι είχαν καταφύγει εκεί περιμένοντας την άφιξη φιλικών σκαφών που δεν εμφανίστηκαν όμως. Μερικοί ήταν σφαγμένοι στην ξηρά, άλλοι στο νερό όπου πνίγηκαν ή σουβλίστηκαν, το ιππικό τους ποδοπάτησε, κι οι στρατιώτες του πεζικού τους κατέκαψαν. Οι σωροί των νεκρών εκτόξευαν ρυάκια αίματος, που έβαφαν το κύμα πορφυρό, με βαρύ ερυθρό χρώμα.

Οι Εβραίοι βοηθούν τους Τούρκους στην ανακάλυψη και στη σφαγή των αθώων Χίων. Μερικοί αιχμάλωτοι διατηρούνται για να λειτουργούν σαν οδηγοί υπό την απειλή του θανάτου. Στην ακροθαλασσιά ανακαλύπτονταν πολλοί φυγάδες να κείτονται πολλές ημέρες βυθισμένοι εν μέρει στο νερό. Η τυχαία άφιξη του Έλληνα ναυάρχου Τομπάζη συνέβαλε στη διάσωση πολλών ψυχών.

Σατανικό τέχνασμα

Ο Καρά Αλής σχεδίασε επίσης ένα άλλο απαράμιλλο, σατανικό θα λέγαμε, τέχνασμα. Συγκάλεσε τους Ευρωπαίους προξένους και τους παρακάλεσε να αναγγείλουν δημοσία την κατάπαυση της σφαγής όλων των Χίων, λέγοντάς τους να τους προσκαλέσουν να βγουν από τους κρυψώνες τους, να επιστρέψουν στην πόλη και στα χωριά τους. Ατυχώς οι πρόξενοι δέχθηκαν το προδοτικό έργο και σηκώνοντας τις σημαίες τους περιφέρονταν σε ολόκληρο το νησί σε κάθε σπήλαιο και βράχο, κάθε βουνό και κάθε απόκρημνο μέρος και σάλπισαν την ευσπλαχνία των Μουσουλμάνων. Οι δυστυχείς Χίοι άφηναν τους κρυψώνες τους χαροποιημένοι από την ψεύτικη ελπίδα ότι θα σώζονταν, τουλάχιστον από τη σφαγή.

Είχαν περισσότερη εμπιστοσύνη στις υποσχέσεις των πληρεξουσίων του Χριστιανισμού παρά στις υποσχέσεις του ναυάρχου.

Μ’ αυτή την εμπιστοσύνη όλοι οι πρόσφυγες εκτός από εκείνους που ήταν στα βόρεια του νησιού έστειλαν επτακόσιους προύχοντες να πέσουν στα πόδια του Καρά Αλή, ελπίζοντας ότι το έργο της σφαγής θα σταματούσε εκείνη τη νύχτα. Αλλά την ίδια νύχτα ο ναύαρχος κρέμασε και τους επτακόσιους προύχοντες στα κατάρτια του στόλου και έδωσε το σήμα της σφαγής όλων όσοι ζούσαν ακόμη.

Την Κυριακή του Πάσχα η εχθρική δύναμη, 15.000 συνολικά άνδρες (κατά τον Σπηλιάδη 13.000) προχώρησαν προς το μοναστήρι του Αγίου Μηνά, όπου κατέσφαξαν και πυρπόλησαν πέντε χιλιάδες Χίους. Μερικά από τα κρανία των Χίων αυτών, σημαδεμένα από τα μοχθηρά κτυπήματα, μεταφέρθηκαν από ταξιδιώτες ακόμη και στην Αμερική για να δείξουν σε όλους την προδοσία των Τούρκων και των Ευρωπαίων συνενόχων τους.

Η βυζαντινή Νέα Μονή, κτισμένη από τον Κωνσταντίνο τον Μονομάχο, έγινε ο τάφος δύο χιλιάδων τριακοσίων Χριστιανών. Ο περικαλλής εκείνος ναός κάηκε και οι θησαυροί του λεηλατήθηκαν.

«Μέσα στο φρούριο, η μοχθηρή Υψηλότης, ο πασάς, περίμενε την επιστροφή των συμμοριών των επιδρομέων. Οι αξιωματικοί τήρησαν την αυστηρή διαδικασία, να διαβιβάσουν στον σουλτάνο δείγματα της καταστρεπτικής τους φιλοπονίας. Δόθηκε επιχορήγηση για τα κεφάλια που θα έκοβαν και κάθε γραφέας κατέγραφε στο ημερολόγιο της τυραννίας, κατά τη συνήθεια. Για να προλάβουν την απάτη, έκοβαν τα αυτιά από τα κεφάλια και κατόπιν τα διατηρούσαν στην άλμη και τα τοποθετούσαν σε βαρέλια. Τα έστελναν στον σουλτάνο ως απόδειξη της υποταγής τους ή ως δελτία της επιτυχίας τους. Ιδιαίτερη τιμή δινόταν αν τα επαναστατικά κεφάλια ανήκαν σε διακεκριμένους αρχιεπισκόπους, άρχοντες ή κληρικούς... Χίλια διακόσια κεφάλια είχαν ήδη καταγραφεί στην ιστορία της αμοιβής που δόθηκε για τον καθ’ ένα. Οι νέοι, βλέποντας τους τυράννους τους αδυσώπητους και υπακούοντας στην προσταγή των μητέρων τους, έπεσαν ως μάρτυρες, προτιμώντας ένα δοξασμένο θάνατο παρά μια άχαρη αποστασία. Τα θύματα διατάζονταν να γονατίσουν. Γονατίζοντας ο κάθε μάρτυρας αναφωνούσε: “Μνήσθητί μου, Κύριε”! Ενώ αυτός έλεγε αυτά τα λόγια, το γιαταγάνι έπεφτε επάνω στον λαιμό του, αποκόπτοντάς τον μ’ ένα κτύπημα τόσο ξαφνικό, ώστε η γλώσσα εξακολουθούσε να κινείται. Τότε ο Τούρκος έφερε ψυχρά το σπαθί στα χείλη του, σκουπίζοντας το αίμα με το στόμα του».

Τέλος ο ναύαρχος αποφάσισε να εκτελέσει τους ομήρους που του είχαν παραδοθεί ένα χρόνο πριν. Την 4η Μαΐου, ο αρχιεπίσκοπος Πλάτων, με πενήντα άλλους οδηγήθηκαν για εκτέλεση. Χάριν πρωτοτυπίας, για μια γενική εκτέλεση, ικριώματα ανυψώθηκαν, ώστε όλοι να αφανισθούν συγχρόνως . Οι Εβραίοι προθυμοποιήθηκαν να σύρουν τα πτώματα στη θάλασσα με κάθε περιφρόνηση. Αυτή ήταν η νίκη των Εβραίων επί των εχθρών τους.

Η συμπεριφορά των θυμάτων χριστιανοπρεπής. Τα πρόσωπά τους μετά τον θάνατο μαρτυρούσαν την εσωτερική τους αγνότητα, μας λέει ο Χρ. Καστάνης.

Ο Ανδρέας Μάμουκας μας διέσωσε ονομαστικό κατάλογο των θυμάτων παρέχοντας περισσότερες πληροφορίες γι’ αυτούς.

Η λεηλασία, οι εμπρησμοί, οι σφαγές και η αιχμαλωσία των κατοίκων αφάνισαν κυριολεκτικά ένα νησί, που έσφυζε από ζωή. Από έναν πληθυσμό εκατόν τριάντα έως εκατόν πενήντα χιλιάδων κατοίκων, έμειναν στη Χίο λιγότεροι από δύο χιλιάδες.

Βεβαίως οι Τούρκοι δεν έμειναν ατιμώρητοι για τα ανοσιουργήματα και τα εγκλήματά τους. Πανώλη ενέσκηψε και ορισμένα ζώα έγιναν ιδιαζόντως δηκτικά, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα. Εβραίοι και Αρμένιοι βοηθούν τους Τούρκους για να εξολοθρεύσουν τα ενοχλητικά ζώα. Γέμισε η Χίος από ποντικούς και γάτες που τρέφονταν από τα πτώματα. Οι γάτες μάλιστα τρελάθηκαν. Τις κατέλαβε ένα είδος υδροφοβίας, με συνέπεια να είναι το δάγκωμά τους δηλητηριώδες. Οι γάτες ένωσαν τις δυνάμεις τους με τις αγέλες των σκύλων, που σύχναζαν στην αγορά κρεάτων για τροφή5.

Το μέγα κακό εις βάρος της Χίου συντελέσθηκε τους μήνες Απρίλιος - Μάιος του 1822. Το νησί ήταν πια ένας σωρός ερειπίων. Η συμφορά της συγκίνησε όλο τον πολιτισμένο κόσμο και έγινε αφορμή να πυκνωθεί το υπέρ της Ελλάδος φιλελληνικό ρεύμα. Πλήθος περιηγητών, που επισκέφθηκαν τη Χίο μετά την καταστροφή, μας δίνουν συγκλονιστικές περιγραφές.

Η συμφορά της Χίου απασχόλησε και θα εξακολουθεί να απασχολεί την επιστήμη, συγκίνησε λογοτέχνες και ζωγράφους, και κινητοποίησε τη δημοσιογραφία χάριν της ενημέρωσης της διεθνούς κοινής γνώμης και ευαισθητοποίησε τα Κοινοβούλια αρκετών χωρών6.

Δεν πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε ως πηγή πολύτιμη για την εποχή αυτή το βιβλίο του Στυλιανού Γ. Βίου. «Η Σφαγή της Χίου εις το στόμα του χιακού λαού»7, όπου καταγράφονται πολύτιμες ιστορικές ειδήσεις από αφηγήσεις αυτοπτών επιζώντων. Είναι στ’ αλήθεια συγκλονιστικές μαρτυρίες και ειδήσεις πολύτιμες για τα τραγικά εκείνα γεγονότα. Διαβάζοντας κάθε μαρτυρία ξεχωριστά, φέρνεις στον νου σου τον πίνακα του Ντελακρουά, αφού, όπως προσφυώς ελέχθη, οι παραστάσεις του Ντελακρουά και οι αφηγήσεις των αυτοπτών έχουν την ίδια συγκινησιακή ένταση και ζωντάνια. Βεβαίως, ο γενναίος Ψαριανός ναυτικός Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας εκδικήθηκε την καταστροφή της Χίου, γεγονός όμως που όξυνε την εκδικητικότητα των Τούρκων, αφού έσυραν εννιακόσιους φυλακισμένους από τις υπόγειες φυλακές του φρουρίου και τους θανάτωσαν, θερίζοντας μια πλούσια συγκομιδή Μαρτύρων που κραύγαζαν το «Μνήσθητί μου Κύριε...».

Κοραής: «Είχον χρείαν παρηγορίας»

Ο μέγας διδάσκαλος του Γένους Αδαμάντιος Κοραής, συγκλονισμένος από την καταστροφή και τις σφαγές και αιχμαλωσίες των Χίων, γράφει στον εθνικό ευεργέτη Βαρβάκη:

«Η τελευταία σου επιστολή 24 Μαΐου ήλθε εις καιρόν ότε είχον χρείαν παρηγορίας διά να μη σχάσω από το κακόν μου διά την απαρηγόρητον και απροσδόκητον συμφοράν της Χίου, την οποίαν αυτού ακόμη δεν γνώριζες...». Στη συνέχεια ζητεί εκλιπαρώντας τη χρηματική βοήθεια του Βαρβάκη, για την απελευθέρωση των Χίων αιχμαλώτων: «Τούτους όλους», γράφει «φαντάσου ότι τους έχεις έμπροσθέν σου αλυσοδεμένους, θρηνούντας και ζητούντας από τον Βαρβάκην βοήθειαν... Ενθυμείσαι, φίλε μου, ότι μία από τας αγαθοεργίας, διά τας οποίας ο Θεός ελέους και οικτιρμών βάλλει τους ελεήμονας εις τα δεξιά Του, είναι το “εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με...”. Σώσε, φίλε μου, από τον πειρασμόν της τυραννικής ασελγίας και της ασεβούς θρησκείας όσους δυνηθείς...». Όμως η απάντηση του Βαρβάκη είναι αρνητική. Ο μεγάλος ευεργέτης έχει εξαντλήσει τις οικονομικές του δυνατότητες. Ο Κοραής δεν πτοτείται. Είναι αποφασισμένος να πράξει το παν, στις επάλξεις του εθνικού αγώνα, για να υλοποιηθεί το όραμα της ελευθερίας. Ορθώνει λοιπόν τη φωνή της καρδιάς του ισχυρότερη, δραματικότερη, και εκλιπαρεί αυτός ο διαπρεπής λόγιος, ο ζητιάνος χάριν της πατρίδος, βοήθειαν. «Εάν ακριβέ μου φίλε», γράφει, «μετά την εξέτασιν βεβαιωθής ότι δύνασαι ακόμη να βοηθήσης τους αναστενάζοντας αιχμαλώτους αδελφούς μας, πρόσεχε (σε το λέγω με δάκρυα εις τους οφθαλμούς), πρόσεχε διά τους οικτιρμούς του Θεού, μη τους στερήσης την βοήθειαν ταύτην, διά να μη χάσης τον μισθόν όλων των περασμένων σου καλών έργων, αλλά στείλε πάραυτα εις βοήθειαν ή αργύρια, εάν αγαπάς... εάν περισσεύη τίποτε, διά να θεραπεύσης τας πληγάς της πατρίδος μας, δεν σου τα ζητώ εγώ. Φαντάσου ότι βλέπεις τον Χριστόν, επάνω εις τον Σταυρόν βρεγμένον με τα αίματά του και φωνάζοντα προς σε, τα πατρικά ούτα λόγια: Υιέ μου Βαρβάκη, πολλαί χιλιάδες αιχμαλώτων βαπτισμένων εις το όνομά μου, κινδυνεύουν την ώραν ταύτην να με αρνηθώσιν και να εναγκαλισθώσιν την βδελυράν θρησκείαν του Mωάμεθ. Iδού ο καιρός, βαφτισμένε εις το όνομά μου, αγαπητέ υιέ, να σώσης τους βαπτισμένους αδελφούς σου από τον τουρκικόν μολυσμόν8».

Tο 1801 ο Kοραής γράφοντας στον Kοντόσταυλο σημείωνε μεταξύ άλλων: «H ηλικία μου δεν συγχωρεί να ελπίζω τα αδύνατα, να ίδω τον αφανισμόν των τυράννων της Eλλάδος. Παράγγειλε όμως κανέναν από τους εγγόνους σου, αν κατά τύχην έλθη ποτέ εις Παρισίους, να ζητήση τον τάφον μου και να μοι φωνάξη τρις: “Hλευθερώθη η Eλλάς από το άνομον Έθνος”». Aλλ’ ο Kοραής έζησε και είδε τους καρπούς των μόχθων του, είδεν ό,τι επόθησε και οραματίσθηκε.

H Xίος, η ποτισμένη με αίμα ηρώων και μαρτύρων ζει και συνεχίζει την ιστορική, καθοριστική πορία της στον Aιγαιακό, γιατί όχι και στον παγκόσμιο χώρο.

Δεκάδες χιλιάδες εσφάγησαν στο νησί το 1822. Kάποιων τα ονόματα είναι γνωστά. Kάποιοι άλλοι θυσιάστηκαν χωρίς επιδίωξη αναγνώρισης.

Mπορεί η σελίδα της Iστορίας για την καταστροφή και τις Σφαγές της Xίου να φαίνεται σκοτεινή, αλλά και από τις σκοτεινές στιγμές της ιστορίας μας πάντοτε αναπηδούν πολιτιστικές αστραπές.

της ΜΑΡΙΑΣ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΓΙΑΤΡΑΚΟΥ Δ.Φ.



Η ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ ΧΙΟΥ

Το 1818 ο Παντιάς Ροδοκανάκης και ο Νικόλαος Μυλωνάς αποτάθηκαν στο Δημήτριο Υψηλάντη για την απελευθέρωση του νησιού από τους Τούρκους. Ζήτησαν έτσι ναυτική βοήθεια από τις Σπέτσες , την Ύδρα και τα Ψαρά, που συμφώνησαν με την ιδέα απελευθέρωσης του νησιού. Μεγάλη μερίδα όμως Χιωτών διαφωνούσαν με την ιδέα του ξεσηκωμού, λόγω των προνομίων που κατείχαν στο νησί.

Στις 27 Απριλίου 1821 ο Υδραίος Ιάκωβος Τομπάζης φτάνει στη Χίο με 25 πλοία με σκοπό να παρακινήσει τους Χιώτες να εξεγερθούν κατά των Τούρκων. Στέλνει κάποιον ψαριανό να μεταφέρει το μήνυμα της επανάστασης στην ύπαιθρο και στα χωριά , γιατί γνώριζε την αντίθετη στάση των προκρίτων και των κατοίκων της πόλης. Τρεις Δημογέροντες πήγαν «στου πασά τη βρύση» και επικοινώνησαν μαζί του κρυφά. Εξήγησαν τους λόγους που δεν μπορούσαν να δώσουν βοήθεια, επειδή ο περισσότερος πληθυσμός ήταν άοπλος , άπειρος και απροετοίμαστος. Επίσης του εξήγησαν ότι οι επιπτώσεις στον πληθυσμό των Ελλήνων κατοίκων της Χίου , όπως και των άλλων Χιωτών που είχαν εγκατασταθεί εκτός του νησιού(Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη), θα ήταν τραγικές. Έτσι παρακάλεσαν τον Τομπάζη να φύγει από το νησί. Μετά από 3 μέρες ο στόλος εγκατέλειψε άπρακτος το νησί.

Οι Τούρκοι πληροφορήθηκαν το γεγονός της άφιξης των ελληνικών πλοίων έξω από το νησί, κάλεσαν τους Δημογέροντες (Μικές Βλαστός, Ιωάννης Πατρικούσης και Χατζή Πολυχρόνης Διοματάρης), για να τους πάρουν πληροφορίες. Οι Δημογέροντες αρνήθηκαν ότι γνωρίζουν κάτι σχετικά και οι Τούρκοι τους ζήτησαν να καλέσουν και άλλους πρόκριτους. Στη συνέχεια ήρθαν 10 πρόκριτοι και ο μητροπολίτης Πλάτων με το διάκονό του Μακάριο Γαρρή. Οι Τούρκοι τους φυλάκισαν στη σκοτεινή φυλακή του κάστρου. Επιπλέον οι Τούρκοι ζήτησαν από τους Χιώτες να παραδώσουν ό,τι όπλα είχαν και να μην κυκλοφορούν τις βραδινές ώρες.

Τον Οκτώβρη του 1821 οι Τούρκοι ζήτησαν στρατιωτική βοήθεια από το σουλτάνο. Πράγματι ήρθαν 1000 στρατιώτες από την Κωνσταντινούπολη και 200 από την Κρήτη. Το Γενάρη του 1822 τρεις Χιώτες πρόκριτοι, οι Θ. Ράλλης, Ι. Σκυλίτζης και Π. Ροδοκανάκης φτάνουν στην Κωνσταντινούπολη ως ενέχυρα και ρίχνονται στη φυλακή.

Το Σάββατο 11 Μαρτίου του 1822 ο Αρχηγός της επανάστασης στη Σάμο , Λυκούργος Λογοθέτης, φτάνει στη Χίο με το Χιώτη Μπουρνιά και με 2500-4500 άνδρες(ο στόλος ήταν 8 μπρίκια και 30 βοηθητικά πλοία). Η απόβαση του Λογοθέτη έγινε ταυτόχρονα στον κόλπο της Αγίας Ελένης και στην Αγκάλη. Στο εντωμεταξύ είχαν ειδοποιηθεί αρκετοί Χιώτες , οι οποίοι έσπευσαν να ενωθούν με τους άνδρες του Λογοθέτη. Ο Βαχήτ Πασάς στέλνει δύο τμήματα στρατού , ένα για να εμποδίσει την απόβαση και ένα άλλο στον Κάμπο, για να πλευροκοπήσει την αποβατική δύναμη του Λογοθέτη. Αρχικά οι μάχες γέρνουν προς την πλευρά των Ελλήνων. Οι Τούρκοι αναγκάζονται να κλειστούν στο κάστρο. Ο Μπουρνιάς με τους στρατιώτες του χτυπούν τους Τούρκους από το Παλαιόκαστρο(σημερινά σχολεία Βουνακίου). Στο ύψωμα της Παναγίας Τουρλωτής μια ομάδα από Σαμιώτες κανονιοβολούν την πόλη. Άλλοι επαναστάτες οχυρώνονται στο «Ψωμί»(Μπέλλα Βίστα), στο λόφο «Ασωμάτων»(Ευαγγελίστρια) και στον κάτω Γιαλό.

Η απελευθέρωση της Χίου έγινε δεκτή από τους Χιώτες με ένα αίσθημα φόβου σχετικά με την έκβαση της επανάστασης. Μάλιστα πολλοί Χιώτες πλούσιοι φεύγουν από το νησί.

Μόλις οι Τούρκοι στην Κωνσταντινούπολη μαθαίνουν το γεγονός της επανάστασης της Χίου, στέλνουν τον Τουρκικό στόλο με ναύαρχο τον Καρά Αλή. Στις 30 Μαρτίου 1822 ο Τουρκικός στόλος (46 πλοία και 7000 στρατιώτες) φτάνει στο βόρειο τμήμα του νησιού. Λίγες ώρες μετά ενώνονται με άλλους ομοεθνείς τους που βγήκαν από το κάστρο και ξεκινούν τη σφαγή , τις λεηλασίες και το κάψιμο της πόλης. Ο Λογοθέτης και ο Μπουρνιάς αποχώρησαν προς το εσωτερικό του νησιού , λέγοντας το σύνθημα « ο σώζων εαυτό σωθήτω».

Τη Μεγάλη Παρασκευή, 31 Μαρτίου 1822, καίγεται ο ναός της Τουρλωτής και δίνεται το σύνθημα στους Τούρκους για γενική αιματοχυσία και αποτέφρωση της πόλης. Από εκείνη τη μέρα και για 4 μήνες φτάνουν Τούρκοι κατάδικοι από τις απέναντι Τουρκικές ακτές με σκοπό το φόνο, τη λεηλασία και τα λάφυρα. Υπολογίζεται ότι κατέφθασαν 40.000 Τούρκοι άτακτοι αυτήν την περίοδο. Ταυτόχρονα ο Βαχήτ Πασάς αναγγέλλει τη διαταγή του σουλτάνου να θανατώνονται βρέφη έως 3 ετών , αγόρια και άνδρες άνω των 12 ετών , γυναίκες άνω των 40 ετών , να αιχμαλωτίζονται κορίτσια και γυναίκες από 3 έως 40 ετών και αγόρια από 3 έως 12 ετών. Γλίτωναν μόνο όσοι ασπάζονταν το μωαμεθανισμό.

Οι περισσότεροι Χιώτες άρχισαν να μετακινούνται προς το εσωτερικό του νησιού για να σωθούν από το μένος των Τούρκων. Τα καταφύγιά τους ήταν αρχικά οι Καρυές, το Αίπος, η Νέα Μονή, το μοναστήρι του Αγίου Μηνά και ο Άγιος Γεώργιος ο Συκούσης.

Το Μεγάλο Σάββατο, 1η Απριλίου 1822 καίγεται η Σχολή της Χίου, σφαγιάζονται σχεδόν όλοι, ακόμα και οι λεπροί. Ο Βαχήτ Πασάς είχε εκδώσει διαταγή ότι όσες γλώσσες και αυτιά του πήγαιναν , τόσα περισσότερα κέρδη θα είχαν.

Στις 2 Απριλίου 1822(Πάσχα) μπαίνουν οι Τούρκοι(15000 άνδρες) στο μοναστήρι του Αγίου Μηνά από ένα μικρό άνοιγμα που υπήρχε στον περίβολο και σφαγιάζουν τους 3000 Χιώτες που είχαν κρυφτεί. Στη συνέχεια πυρπολούν το μοναστήρι. Την ίδια μέρα το ίδιο γεγονός γίνεται και στη Νέα Μονή. Η κατάσταση γενικεύεται και σε άλλα χωριά της Χίου. Οι Σαμιώτες εγκατέλειψαν τη Χίο και έπλευσαν προς τα Ψαρά.

Την Τετάρτη 5 Απριλίου του 1822 βγάζει ανακοίνωση ο Καρά Αλής , πως όσοι Χιώτες παραδώσουν τα όπλα τους και επιστρέψουν στην πόλη , θα αφεθούν ελεύθεροι(αμνηστία). Μάλιστα εξασφάλισαν οι Τούρκοι και επιστολή του φυλακισμένου Μητροπολίτη και των Δημογερόντων , η οποία ανέφερε τις ειλικρινές προθέσεις των Τούρκων. Οι πρόξενοι της Αγγλίας , της Αυστρίας και της Γαλλίας ανέλαβαν να μεταφέρουν την πρόταση στους Χιώτες και να τους πείσουν. Οι Χιώτες εμπιστεύθηκαν τους πρόξενους και άρχισαν να επιστρέφουν και να παραδίδουν τα όπλα τους. Βέβαια, όπως ήταν αναμενόμενο, οι Τούρκοι αθέτησαν το λόγο τους και άρχισαν να σφάζουν όσους κατέβαιναν στην πόλη. Η μεγάλη σφαγή συνεχίστηκε και στην κεντρική Χίο(Βροντάδο , Πιτυός, Θυμιανά και μετά Βορειόχωρα). Στο ακρωτήρι του Κάβο Μελανιός, απέναντι από τα Ψαρά βρήκαν καταφύγιο περίπου 10.000 Χιώτες και περίμεναν τα ψαριανά πλοία να τους μεταφέρουν στα Ψαρά. Δυστυχώς όμως η μεγάλη θαλασσοταραχή τους στάθηκε εμπόδιο και σφαγιάσθηκαν σχεδόν όλοι από τους Τούρκους με απερίγραπτη λύσσα. Ήταν τόσο πολύ το αίμα των αθώων, που η θάλασσα «μελάνιασε» γύρω από τον κάβο και την παραλία.

Στις 18 Απριλίου στην Κωνσταντινούπολη σφαγιάζονται 3 Χιώτες όμηροι (Ράλλης, Σκυλίτζης , Ροδοκανάκης) και άλλοι 60 Χιώτες επιφανείς. Στις 23 Απριλίου του 1822 απαγχονίζονται στην τάφρο του κάστρου της πόλης ο μητροπολίτης Πλάτων , ο διάκονός του Γαρρής και 9 πρόκριτοι. Στη συνέχεια θανατώνονται με τον ίδιο τρόπο και οι δημογέροντες που ήταν φυλακισμένοι ανά δέκα. Τα σκοτωμένα σώματά τους χλευάζονται από τους Τούρκους , οι οποίοι τα ρίχνουν μετά στη θάλασσα.

Λίγες μέρες μετά την καταστροφή , σχεδιάστηκε ναυτική επίθεση του στόλου των τριών ναυτικών νησιών εναντίον του Τουρκικού στόλου στο στενό του Τσεσμέ. Στις 18 Μαΐου πραγματοποιήθηκε η πρώτη επίθεση . Οι έλληνες έκαναν αρκετές ζημιές στον Τούρκικό στόλο , αλλά απέτυχαν να πυρπολήσουν τη ναυαρχίδα του Καρά Αλή. Την 1η Ιουνίου του 1822 ο Κωνσταντίνος Κανάρης μαζί με τον Ανδρέα Πιπίνο και 40 ψαριανούς ξεκίνησαν από τα Ψαρά με 2 πυρπολικά και 4 περιπολικά πλοία και αφού μετάλαβαν των Αχράντων Μυστηρίων , μπήκαν στο στενό της Χίου με βόρειο άνεμο. Κρύφτηκαν και περίμεναν να βραδιάσει. Τέλειωνε τότε το ραμαζάνι των Τούρκων και ξεκινούσε η γιορτή του μπαϊραμιού. Στην τουρκική ναυαρχίδα επικρατούσε χαρά και κέφι με πολλούς καλεσμένους και κάποιες δυστυχισμένες αιχμάλωτες, περίπου 2000 άτομα. Τότε τα δύο πυρπολικά κατάφεραν να μπουν ανάμεσα στα τουρκικά πλοία. Ο Κανάρης κατευθύνθηκε κατά την ναυαρχίδας του Καρά Αλή , ενώ ο Πιπίνος κατά της υποναυαρχίδας. Ο Κανάρης τα κατάφερε να πυρπολήσει την ναυαρχίδα , ενώ ο Πιπίνος δεν τα κατάφερε , γιατί βιάστηκε και έγινε αντιληπτός από τους Τούρκους. Η ναυαρχίδα όμως τυλίχθηκε στις φλόγες και μετά ανατινάχθηκε , σκοτώνοντας και τον Καρά Αλή. Στις 7 Ιουνίου εξαπολύεται και τρίτο γιουρούσι των μαινόμενων Τούρκων στα Μαστιχοχώρια και ολοκληρώνεται η καταστροφή του νησιού.

Το νησί ερημώθηκε. Οι Τούρκοι έφεραν από τον Τσεσμέ άλλους 600 Χριστιανούς για να μαζέψουν τη μαστίχα. Αυτοί όμως αγνοούσαν την καλλιέργειά της και οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να αφήσουν ελεύθερους αρκετούς Μαστιχοχωρίτες για να καλλιεργήσουν τους σχίνους.

Μετά την καταστροφή, από τους 117.000 Χριστιανούς που ήταν ο τότε πληθυσμός της Χίου , έμειναν περίπου 1800 -2000 άνθρωποι. 21.000 ήταν οι φυγάδες(κατέφυγαν στα Ψαρά, Τήνο, Σύρο, Άνδρο, Αγκώνα, Τεργέστη, Μασσαλία, Οδησσό, Μάλτα, Λονδίνο) και 52.000 οι αιχμάλωτοι. Υπολογίζουμε δηλαδή ότι σφαγιάσθηκαν περίπου 52.000 Χιώτες.

Η καταστροφή της Χίου συγκλόνισε όχι μόνο τον Ελληνισμό , αλλά και όλη την Ευρώπη. Οι εφημερίδες έγραφαν άρθρα εκφράζοντας τον αποτροπιασμό τους για τη μεγάλη σφαγή. Βιβλία κυκλοφορούσαν στην Αγγλία, Γαλλία , Γερμανία και οι φιλέλληνες προσπαθούσαν να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη για να βοηθήσουν τα θύματα. Από τη μεγάλη σφαγή της Χίου εμπνεύστηκε ο μεγάλος Γάλλος ζωγράφος Ντελακρουά και ο Βίκτωρ Ουγκώ στο ποίημά του «Το Ελληνόπαιδο».

απο www.chioshistory.gr

Διαβάστε περισσότερα...